Αναγέννηση

Μεγάλωσα πια
έμαθα να οριοθετώ τα σημεία
που θέλω να χρωματίσω
δεν ξεφεύγω πια από τις γραμμές.

Προσέχω μη τύχει 
και άθελα μου ξεφύγω 
από τα σύνορα της λογικής 
με εκείνα της τρέλας.

Το μπλε κύτταρο
 του εγκεφάλου μου
καλά κρυμμένο σε σοκάκια αναρχίας,
σε ματωμένα πρόσωπα,
σε ξεριζωμένα όνειρα
που άφησα να μου ναρκώσουν.

Φωλιάζει και γεννά μέσα μου
την δημιουργία του ακατάστατου,
του άσχημου!

Ναι! Δεν θέλω να έχω σχήμα,
να μην χωράω πουθενά!
Η ψυχή μου, το σώμα μου 
άσχημα όλα! Δίχως όρια και στυλ.
Είμαι άσχημη,και πόσο χαίρομαι 
που δεν σας μοιάζω..


Πηνελόπη

Και περίμενε..
Περίμενε πολύ..

Περνούσε την οδύσσεια
δίχως τον Οδυσσέα.

Το όνομα του αιθέρας
τόσο που
σαν το ξεστόμιζες
έτρεχε από το στόμα και χανόταν.

Όπως χάθηκε αυτός
και μαζί του και η δική της ζωή.

Και περίμενε..
Περίμενε πολύ..
Μα ο Οδυσσέας θεμιτή φαντασία
και η Ιθάκη άδεια τώρα πια.

Σαν έρχονταν οι Μνηστήρες,
ποθούσαν να ξεστρώσουν τα σεντόνια της
που ήταν ποτισμένα από το νερό της προσμονής.

Και περίμενε..
Περίμενε πολύ..

Εξιστορούσε χαρούμενες
στιγμές κατάκτησης,
με θολές θύμησες αγάπης
και σκότωνε την λήθη.

Και περίμενε..
Περίμενε πολύ..

Μέχρι που έχασε κάθε ελπίδα,
και τότε αυτός εμφανίστηκε ξανά
σαν έρωτας χαμένος, ιδανικός!..





Αντίκρισμα

Μακριά από το σπίτι μου έλεγαν
θα ναι ονειρεμένα
μέχρι που ο επίγειος παράδεισος μου
έγινε δυσβάσταχτος,
 έμοιαζε με αυτές τις άγριες περιγραφές της κόλασης.

Μαμά, Μπαμπά φοβάμαι!
Νιώθω  μαζί με την φουσκωτή βάρκα
να βυθίζεται και η παιδική μου αθωότητα.

Η μυρωδιά του ιωδίου
 που προσπαθεί δήθεν να κλείσει τις αδυσώπητες πληγές
με πνίγει, καθαρίζει κάθε αίμα επιβλητικά.

Θα αφήσει σημάδι;
ρώτησα στην νοσοκόμα με τα μάτια μου..
Όχι μου απάντησε με τρυφερότητα.
Όμως μέσα μου είχαν χαραχτεί θύμησες ,
πόνος!.. Πολύ πόνος! 

Μαμά μου.. 
Θέλω να παίξω σαν τα άλλα παιδιά,
μου λείπει το σχολείο μου,
οι φίλοι μου...

Φέρνω στον νου μου 
κάθε μέρα τα πρόσωπα σας
αγαπημένη μου οικογένεια.

Σας νιώθω δίπλα μου!
Θεέ μου είστε εδώ!

Φτιάχνουμε όνειρα από ζυμάρι!
Να τρώμε στις δύσκολες μέρες 
και να χορταίνει η ψυχή μας.

Χτίζουμε σπίτι από λάσπη και πολύ αγάπη
 να είναι πιο γερό από κάθε άλλο σπίτι.

Δεν πονώ πια!
Το σπίτι μου είναι εδώ,
κι ας τρέφομαι με όνειρα
και ας μην έχω ρούχα να φορέσω
στις νωπές μου πληγές.

Ποιος άραγε αντέχει να δει
 την γύμνια της ψυχής μου πριν με κρίνει;

Πατρίδα μου και σπίτι μου 
είναι ο,τι μ αγαπάει
είστε εσείς μαμά και μπαμπά
αυτή η χώρα που οι άνθρωποι της με αγκάλιασαν 
όταν εσείς λείπατε..

Έπεσα από πολύ ψηλά
μα σηκώθηκα δυνατότερη,
κι αν χρειαστεί θα πέσω 
και από ψηλότερα..

Έχασα πολλά,
μα σκέφτομαι πως υπάρχουν και χειρότερα..
Κι ας έζησα τον εφιάλτη κάθε παιδιού.

Ο,τι χαράζεται στον νου και την ψυχή
 ποτέ δεν διαγράφεται.

Μα εγώ έχω πολλά να ζήσω ακόμη!
Έχω πολλά να ονειρευθώ 
και πολλούς με αγγελική μελωδία χορούς να χορέψω..

Θα τραγουδώ αέρινα και τρυφερά
 για τον πόνο στα παιδιά μου,
να νιώθουν τα πιο πλούσια του κόσμου
που δεν αντίκρισαν  τον χάρο..
Που δεν ένιωσαν την καρδιά τους να ματώνει.. 




Ο άνθρωπος μου

Το φάλτσο της ψυχής μου
το άκουγες κάθε μέρα,
μα μου έλεγες πάντα
πως φτάνει μελωδία στα αυτιά σου.

Το μαύρο
στην πίσω πλευρά της καρδιάς μου
το έβλεπες κάθε φορά
που ποτάμια έρεαν από τα μάτια μου,
μα μου έλεγες πως είναι σαν τέχνη!
Γεμάτη πόνο, έναν πόνο
 που είχε πολλά να δώσει σε τούτο τον κόσμο.

Είχα πολλές ώρες στην δουλειά,
 ήμουν κουρασμένη εκείνη την ημέρα,
με ανακατεμένα μαλλιά,
χωρίς ίχνος μακιγιάζ,
και με παραδομένο κορμί.

Θυμάσαι;
μου είχες πει
 πως ήμουν η πιο όμορφη στον κόσμο!
Όχι για παρηγοριά
ούτε για στοργική κουβέντα.
Το ένιωθες,
και μαζί σου το ένιωσα κι εγώ.
Ήσουν
ο άνθρωπος μου!..

Σώπασε..

Έξω στον κόσμο των αγρίων
βιάζανε παιδικές φαντασίες
κόβανε φτερά αγγέλων
και με λέξεις μίσους 
μαγικά άλλαζαν μορφή τα παιδικά κορμάκια.
Σώπασε μου έλεγαν,
 και μου έδιναν λευκά τριαντάφυλλα να με παρηγορήσουν.
Και εγώ τα μάτωνα
 σαν σκεφτόμουν αυτά που με δόλο μου έκρυβαν.
  
Τα μισώ τα τριαντάφυλλα!
Τα μισώ, γιατί έχουν το χρώμα της θύμησης
με πονάει να σκέφτομαι!
Σώπασε μου έλεγαν και μου έκλειναν τα μάτια
με βρόμικα πανιά κυριαρχίας.

Δεν υπάρχει αγάπη στα στενά του πένθους
μόνο μαύρα σύννεφα 
φτιαγμένα από μακρόσυρτες ανάσες διχόνοιας.
Σώπασε μου έλεγαν και όλα θα γίνουν χρωματιστά.

Και τότε μαζί με τα τριαντάφυλλα,
τις θύμησες,
και τα μαύρα σύννεφα μίσησα και τους ανθρώπους.



Και ξαφνικά..

Και βρίσκεσαι αντιμέτωπος
όχι με φίλους και γνωστούς
με σένα μόνο.

Κοιτάς τον σπασμένο καθρέπτη,
διάολε!
 Αντικατοπτρίζετε το μέσα μου σκέφτηκες..

Μόνος και σήμερα και αύριο,
προσπαθείς να ενώσεις τα εύθραυστα κομμάτια
μα στην προσπάθεια ανοίγεις τις πληγές.

Το βάζεις στα πόδια,
μα ποιος μπόρεσε να σωθεί
από τον ίδιο του τον εαυτό;..


Συλλαβές

Πόσες συλλαβές να πάω πίσω;
Ξετυλίγω το κουβάρι, ξετυλίγω το νήμα 
,ξετυλίγω τα αποθηΜΕΝΑ..

Λήγουσα πατώ και χάνω την άκρη
παραλήγουσα και πέφτω σε δίκοπα μαχαίρια.

Προπαραλήγουσα και έφτασα
στο ηλεκτροφόρο σώμα σου.
Αντιδράει το κορμί και η ενέργεια σου
ενώνει με το είναι μου.

Ρέει στις φλέβες μου λίγο εγώ, πολύ εγώ!
Θα τις κόψω και θα αρχίσω να νείρομαι,
όλα αυτά που με βιαιότητα μου ξερίζωσαν.

Θα είναι νωρίς θα πω, 
όχι αργά, ποτέ ξανά αργά!
Το ακούς; Ποτέ!

Τώρα θα διασπαστώ στον ουρανό,
στο νερό, σε εσένα!

Θα υπάρχω παντού 
όπως ακριβώς υπάρχεις μέσα μου,
στις φλέβες μου, ναι!
Αυτό κυλάει μέσα μου,
την θέση του αίματος πήρες στην καρδιά μου.

Φλέγεται το κορμί μου,
με ρίχνουν στο χιόνι να παγώσω
να μοιάσω με αυτούς λαχταρούν.

Εγώ αγάπησα εσάς!
Εσάς που με πονέσατε 
σήμερα θα σας πονώ εγώ 
και θα με αγαπάτε εσείς!